More

    Οικογένεια Πλέσσα: «Όλα δικά σου μάτια μου… κι ο πόνος σου δικός μου». Της Κατερίνας Πλουμιδάκη

    Οικογένεια Πλέσσα: «Όλα δικά σου μάτια μου… κι ο πόνος σου δικός μου».

    Της Κατερίνας Πλουμιδάκη

    Δημοσιογράφου του “Εθνικού Κήρυκα” Επιστημονικής Συνεργάτιδας του Art & Art Magazine

    Στους δύσκολους καιρούς που ζούμε όλοι μας, η οικογένεια Πλέσσα μας παραχωρεί την πρώτη αποκλειστική της συνέντευξη στην Αμερική, εν όψει της έκδοσης της βιογραφίας του Μίμη Πλέσσα που ήταν να κυκλοφορήσει την 1η Απριλίου αλλά λόγω του κορωνοϊού αναβλήθηκε για το φθινόπωρο.
    Το βιβλίο λέγεται «Ποιος το ξέρει», το έχει γράψει η γυναίκα του, η Λουκίλα Καρρέρ-Πλέσσα, και έχει αφηγήσεις δικές του πλεγμένες με δικές της από όσα έζησε δίπλα του τα 30 τελευταία χρόνια…

    – Κυρία Πλέσσα, πείτε μας πώς η οικογένειά σας βιώνει την τραγική αυτή εποχή του κορωνοϊού;

    Κάθε κρίση είναι μία ευκαιρία. Αυτή η υποχρεωτική «παύση» του πλανήτη, η συμβουλή «Μένουμε Σπίτι» την οποία τουλάχιστον εμείς σαν οικογένεια ακολουθούμε πιστά -όπως και η πλειοψηφία των Ελλήνων- μας έδωσε την ευκαιρία να κάνουμε πράγματα μέσα στο σπίτι που μονίμως αφήναμε για αργότερα αφού όλο «τρέχαμε» για κάτι άλλο.
    Εγώ έκανα ξεκαθαρίσματα στο γραφείο και τις ντουλάπες μας, σκανάρισα φωτογραφίες που ήταν σε κούτες και τις έβαλα σε άλμπουμ και με τον Μίμη είδαμε πολλές παλιές ελληνικές ταινίες μαζί, που αν και είχε γράψει εκείνος τη μουσική, τις είδε για πρώτη φορά στη ζωή του!
    Πού χρόνος να τις δει; Έμενε και ποτέ στο σπίτι; Όσο κι αν τον παρακαλούσα να μένουμε κάποια βράδια σπίτι, εκείνος ήθελε να είναι πάντα έξω με φίλους, σε πρεμιέρες, σε εκδηλώσεις.
    Αυτό το «μέσα» για μένα προσωπικά είναι «Θείο Δώρο». Το λαχταρούσα χρόνια… Αυτό που χαίρομαι πολύ είναι που χτυπάει το τηλέφωνο και μιλάμε χαλαρά με φίλους που δεν είχαν ποτέ χρόνο στη ζωή τους και πάντα άφηναν τις κλήσεις αναπάντητες.
    Τώρα είναι όλοι στο σπίτι και με χαρά σηκώνουν το τηλέφωνο και λέμε όσα δεν είπαμε μια ζωή…
    Πραγματικά λυπάμαι τους ανθρώπους που βλέπουν το σπίτι τους σαν «φυλακή» και όχι σαν «καταφύγιο» της ζωής τους. Και γι’ αυτούς είναι μια ευκαιρία να δουν τι έκαναν λάθος στη ζωή τους και δεν αντέχουν να είναι στο σπίτι τους, τι λάθος έκαναν στο μεγάλωμα των παιδιών τους και δεν μπορούν να τα υποφέρουν, αναθεωρώντας παράλληλα την επιλογή του συντρόφου τους.
    Αυτή η υποχρεωτική «παύση» όμως κάνει το θαύμα της κι έξω από τα σπίτια μας. Έκανε τη γη να ξαναγίνει «ανθρώπινη» -τι ειρωνεία- τώρα που οι περισσότεροι άνθρωποι εξαφανίστηκαν από τον πλανήτη!
    Είδατε πώς αναζωογονήθηκε η Βενετία; Πιστεύω ότι το ίδιο θα συμβεί και με τα νησιά μας που έχουν κακοποιηθεί τα τελευταία χρόνια από τον υπερ-τουρισμό. Γιατί προσωπικά διαχωρίζω απόλυτα τον υγιή τουρισμό που το χρειάζεται κάθε οικονομία από τον υπερ-τουρισμό που καταστρέφει. Κι εμείς έχουμε καταστρέψει πολλές ομορφιές της Πατρίδας μας. Πόσο θα ήθελα να μπορέσω να επισκεφτώ φέτος τα νησιά μας. Είμαι σίγουρη ότι θα θυμίζουν όμορφα καλοκαίρια του ‘70…

    – Ποια η άποψή σας για την επόμενη μέρα μετά το τέλος της περιπέτειας του ιού;

    Σίγουρα θα είμαστε σοφότεροι – όσοι επιζήσουμε. Θα καταλάβουμε πόσο πλούσιοι είμαστε με όσα έχουμε και όχι όσα θα θέλαμε να έχουμε… Πολλά από όσα θεωρούμε δεδομένα είναι αυτά που έχουν τη μεγαλύτερη αξία. Και δεν είναι δεδομένα. Κι επιτέλους θα διαχωρίσουμε τον πλούτο από την τιμή. Η αγκαλιά είναι δωρεάν, η παρέα με φίλους, ένας περίπατος, η ελευθερία κινήσεων…
    Είχαμε ξεφύγει από την γκρίνια και την απληστία. «Ωχ τσαγκαροδευτέρα» έλεγε ο ένας… και τώρα λαχταράει την καθημερινότητά του. «Ωχ, πού θα πάω το Σαββατοκύριακο;» έλεγε ο άλλος… Δεν ήταν με τίποτα ευχαριστημένος ο κόσμος. Παντού γκρίνια και ανικανοποίητες φωνές. Χάθηκε το μέτρο και ξεπεράστηκαν τα όρια.
    Καιρός να αναθεωρήσουμε τα «θέλω» μας.

    – Πράγματι. Τι σας έκανε να θελήσετε να γράψετε τη βιογραφία του άντρα σας;

    Δεν αποφάσισα να τη γράψω τώρα. Είναι κάτι που έχει ξεκινήσει από το 1992. Από τότε τον ρωτούσα για τα παιδικά του χρόνια, τους φίλους του, τις σπουδές του στην Ελλάδα και την Αμερική, τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα… Εγώ ήμουν δίπλα του και ρουφούσα σα σφουγγάρι όσα μου έλεγε. Μέχρι και σήμερα όταν βρω μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του τη δείχνω και καταγράφω τα όσα του θυμίζει. Το ίδιο κάνω σε μια βόλτα μας. Βλέπει ένα κτίριο, μια γειτονιά και μου αφηγείται όσα έζησε εκεί. Οσα ζήσαμε μαζί τα τελευταία 30 χρόνια τα αφηγούμαι εγώ, θα μπορούσα να πω ότι το βιβλίο «Ποιος το ξέρει» είναι 2 βιβλία σε ένα…

    – Ο Μίμης είναι μύθος για την Ελλάδα. Για σας τι ήταν πριν τον γνωρίσετε και τι έγινε στην πορεία;

    Για μένα ήταν ο αγαπημένος μου συνθέτης που δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο σπουδαίος ήταν όταν τον γνώρισα.

    – Πώς επηρέασε ο Μίμης εσάς κι εσείς εκείνον στην κοινή σας πορεία;

    Απόλυτα. Γιατί δεν ήμασταν μόνο σύντροφοι, ήμασταν και είμαστε συνεργάτες σε όλα.
    Και αυτοκόλλητοι σε όλη την κοινή μας ζωή. Παντού και πάντα μαζί.

    – Το χιούμορ και η ετυμολογία του έχουν αφήσει εποχή. Και τις όποιες δυσκολίες έτσι τις ξεπερνάτε;

    Ναι. Ακριβώς έτσι. Δε θυμάμαι να έχουμε μαλώσει ποτέ. Δεν θυμάμαι να ύψωσε ή να ύψωσα τη φωνή μου.

    – Πείτε μας για την καθημερινότητα της οικογένειας Πλέσσα.

    Πρωινό ξύπνημα… Γαλήνη, ηρεμία πριν τη δημιουργία. Δεν ανοίγουμε ποτέ τηλεόραση ή ραδιόφωνο όταν ξυπνάμε. Δε θέλουμε «εισβολείς» στη ζωή μας το πρωί, κουβέντες ή καβγάδες τηλεοπτικούς. Ανοίγω τα email μου και οργανώνω την ημέρα ή την εβδομάδα μας με απόλυτη ησυχία και ηρεμία. Ο Μίμης μετά τον πρωινό μας καφέ και την πρωινή μας συνεργασία μπαίνει στο στούντιο του και γράφει ή ενορχηστρώνει. Αλλοτε στο πιάνο και άλλοτε στον υπολογιστή. Οι συναντήσεις με φίλους και συνεργάτες γίνονται μετά τις 7 το απόγευμα.

    – Θεωρείτε ότι κάνατε τον άντρα σας καλύτερο άνθρωπο κι εκείνος εσάς; Κι αν ναι σε τι;

    Δεν θα πω ότι τον έκανα καλύτερο άνθρωπο θα πω όμως ότι μέσα από τη σχέση μας γνώρισε την απόλυτη συντροφικότητα. Οπως κι εγώ…

    – Ο Μίμης ξεκίνησε σα χημικός, είναι βιρτουόζος στο πιάνο και κορυφαίος συνθέτης, αυτό το κυνήγι της πληρότητας το έχει περάσει και σε σας;

    Απόλυτα. Κι εγώ ξεκίνησα ως οικονομολόγος, έγινα παραγωγός ραδιοφώνου για να παίζω την τεράστια συλλογή δίσκων που είχα, μετά πέρασα στη δημοσιογραφία – πήρα δεκάδες συνεντεύξεις στην αρχή καλλιτεχνών και αργότερα και πολιτικών και άλλων κορυφαίων προσωπικοτήτων- έγραψα στίχους και βιβλία.

    – Από τους πολύ ευτυχισμένους γάμους που ξεχωρίζουν, ποια είναι τα μυστικά της επιτυχίας σας;

    Ο σεβασμός και η αγάπη στον σύντροφο. Με υπομονή και κατανόηση στα «θέλω» του άλλου λύνονται όλα.

    – Οι δυσκολότερες στιγμές που περάσατε παρέα και πώς τις αντιμετωπίσατε;

    Η απώλεια αγαπημένων ανθρώπων, η συμπαράσταση σε θέματα υγείας δικών μας ανθρώπων αλλά και η απόλυτη καταστροφή από δασική πυρκαγιά που έχουμε βιώσει 6 φορές, εγκαταλείποντας το σπίτι μας και περισώζοντας τα ζωντανά μας μόνον…

    – Κύριε Πλέσσα, ποιο τραγούδι σας θα εξέφραζε το κλίμα και την ψυχολογία του κόσμου την περίοδο του κορωνοιού;

    «Ξημερώνει Κυριακή μη μου λυπάσαι… είναι όμορφη η ζωή, να το θυμάσαι…»
    Το γράψαμε το 1969 με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και το τραγούδησε ο Γιάννης Πουλόπουλος. Είναι από τον «Δρόμο», τον πρώτο Χρυσό Δίσκο στην Ελληνική Δισκογραφία και τον πιο εμπορικό. Ο «Δρόμος» υπάρχει σε κάθε σπίτι και μέχρι σήμερα έχει πουλήσει πάνω από 4 εκατομμύρια αντίτυπα!
    Οταν λέμε «Ξημερώνει Κυριακή» δεν εννοούμε βέβαια το ξημέρωμα μετά από ένα Σαββατιάτικο γλέντι! Αναφερόμαστε στην Ελπίδα και το ξημέρωμα μετά από μια δύσκολη νύχτα. Κι εμείς το γράψαμε στα μαύρα χρόνια της Δικτατορίας, το 1969. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία… θα ξημερώσει και θα είμαστε σοφότεροι τότε. Καμιά νύχτα δεν κρατάει αιώνια…

    – Σίγουρα… Πείτε μας πώς γνωριστήκατε με τη Λουκίλα; Ηταν μέσα από τον επαγγελματικό χώρο;

    Η Λουκίλα ήρθε με τους γονείς της και την αδελφή της να γιορτάσουν την ονομαστική της γιορτή στο Michel που παίζαμε με τον Γιώργο Κατσαρό. Μου έκανε εντύπωση -όταν μιλήσαμε- το γεγονός ότι ήξερε όλο μου το έργο απ’ έξω. Τραγούδια που δε θυμόμουν ότι είχα γράψει.

    – Πώς σας επηρέασε η Λουκίλα στο έργο σας;

    Στη Λουκίλα οφείλω την αναβίωση του ρεπερτορίου μου. Εκείνη το «σκάλιζε»… έτρεχε στις δισκογραφικές εταιρείες και έφτιαχνε συλλογές με τα τραγούδια μου, πρότεινε σε τραγουδιστές και παραγωγούς τραγούδια που άξιζε να ακουστούν μέσα από μια επανεκτέλεση. Τα περισσότερα από αυτά, είτε δεν τα θυμόμουν, είτε πίστευα ότι δεν τα γνωρίζει ο κόσμος. Εκείνη όμως επέμενε να μου «συστήνει» τα τραγούδια μου κα να αγωνίζεται για την αναβίωσή τους με απίστευτο πάθος που με γοήτευε!

    – Ηταν πηγή έμπνευσης για κάποιο σας τραγούδι; Εχετε γράψει κάποιο τραγούδι αποκλειστικά γι’ αυτήν;

    Τα ωραιότερα, τα πιο τρυφερά μου τραγούδια είναι σε δικούς της στίχους. Το «Απόψε ζήτα ό,τι θες», «Λύπες», «Παράδεισος», «Διάφανος Σταυρός», «Τραγούδια που δεν έχουν εποχές», είναι τρυφερές μπαλάντες που λατρεύω. Λες κι εκεί έβγαζα όλη μου την τρυφεράδα…

    – Η διαφορά ηλικίας που έχετε σάς δίνει τη φρεσκάδα της ζωής; Τι αγαπάτε το περισσότερο πάνω της;

    Πάντα είχα νέους συνεργάτες και νέους ανθρώπους γύρω μου. Αλλά η Λουκίλα είχε μια απίστευτη ωριμότητα που με έκανε να ξεχνάω ότι είναι τόσο νεότερή μου.

    – Ο ερχομός της κόρης σας άλλαξε τη ζωή σας και πώς;

    Ε βέβαια! Εκεί έβγαλα όλη μου την τρυφερότητα και βίωσα την αξία της πατρότητας. Συνειδητοποίησα πόσο διαφορετικό είναι να μεγαλώνεις ένα κορίτσι από ένα αγόρι. Όταν έκανα τον γιο μου ήμουν νέος κι έτρεχα από το ένα στούντιο στο άλλο. Θεωρούσα πολύ φυσικό να μεγαλώνει κι ένα παιδί στο σπίτι μου. Την Ελεάνα όμως τη μεγάλωσα στην κυριολεξία στα χέρια μου – μαζί με τη Λουκίλα. Από τότε που χωρούσε στην παλάμη μου και την έβαζα στο νιπτήρα να την πλύνω, μέχρι τις κούνιες και την τραμπάλα που κάναμε μαζί στην παιδική χαρά. Και βέβαια τα βράδια που έτρεχα με το μπιμπερό να την ταΐσω όταν άκουγα το κλάμα στην κούνια της. Αυτά ήταν πρωτόγνωρα για μένα.

    – Τι έχει πάρει η κόρη σας από εσάς και τι από τη Λουκίλα; Τι σχέδια έχει για τη ζωή της;

    Νομίζω ότι έχει πάρει και από τους δυο μας πολλά. Από εμένα έχει πάρει τη λατρεία στον κινηματογράφο. Δεν άφηνα ταινία που να μην την έχω δει. Αν ένα βράδυ δεν ήμασταν κάπου καλεσμένοι, πηγαίναμε σινεμά. Χειμώνα – καλοκαίρι. Η Ελεάνα μας από μικρή έβλεπε ταινίες και τελικά σπούδασε κινηματογράφο – Film Studies. Εχει ήδη γυρίσει τις πρώτες της ταινίες μικρού μήκους. Παράλληλα, όπως κι εγώ, είναι αυτοδίδακτη στη μουσική (παίζει κιθάρα και μπάσο), ζωγραφίζει και κάνει γλυπτά. Μοιάζουμε πάρα πολύ. Από τη Λουκίλα έχει πάρει την αγάπη προς το γράψιμο. Γράφει νουβέλλες τις οποίες σκοπεύει να εκδώσει κάποια στιγμή και αρθρογραφεί στο «Art & Art Magazine». Παράλληλα, έχει κάνει κάποιες εξαιρετικές συνεντεύξεις σε προσωπικότητες όπως ο Δημήτρης Νανόπουλος και ο Γιάννης Σμαραγδής.

    – Ταξίδια αναψυχής στο εξωτερικό, πώς τα βιώνετε;

    Τα 2 ταξίδια που ήταν πραγματικά αναψυχής ήταν αυτά που κάναμε οι 3 μας, με την Ελεάνα μας. Παρίσι και Disneyland και έναν χρόνο αργότερα στο Λονδίνο. Αυτά ήταν 2 ταξίδια που κάναμε για να περάσει όμορφα η κόρη μας. Ολα τα υπόλοιπα ταξίδια μας – και ήταν πολλά- είχαν σχέση με συναυλίες ή τιμητικές διακρίσεις, οπότε είχαν πίεση και πολλά κοινωνικά «πρέπει». Τα «θέλω» μας εξαντλήθηκαν στα 2 ταξίδια που κάναμε οι 3 μας.

    – Το ότι και η γυναίκα σας είναι άλλο τόσο δημιουργική στον καλλιτεχνικό χώρο επηρέασε την επιλογή σας;

    Ήμασταν και είμαστε οι απόλυτοι συνεργάτες. Γεννάμε και στον επαγγελματικό τομέα συνέχεια…

    – Πώς ακριβώς συνεργάζεστε με τη γυναίκα σας επαγγελματικά;

    Δεν πήρα ποτέ καμμία απόφαση αν δεν άκουγα τη γνώμη της. Οποιος μου ζητάει κάτι τον παραπέμπω πάντα στη Λουκίλα. Έχει αποδείξει ότι ξέρει να διαχειρίζεται το έργο μου και την δημιουργικότητά μου με τον καλύτερο τρόπο.

    – Η βιογραφία σας παρουσιάζει τη διαδρομή της κοινής ζωής σας ή δίνει περισσότερο έμφαση στο καλλιτεχνικό σας έργο;

    Το βιβλίο που σοφά βάφτισε η Λουκίλα «Ποιος το ξέρει» -από το αγαπημένο μου τραγούδι σε στίχους Κώστα Πρετεντέρη που ερμήνευσε ο Δημήτρης Χορν- τα έχει όλα. Από αφηγήσεις των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων μέχρι κορυφαίες στιγμές δικαίωσης που ζήσαμε μαζί με την Λουκίλα τα τελευταία 30 χρόνια. Εγώ την παρακάλεσα να το βγάλει τώρα γιατί εκείνη -όπως είναι φυσικό- το συμπλήρωνε συνεχώς. Της είπα λοιπόν ότι είναι καλύτερα να βγει τώρα και στην επανέκδοση να προσθέσει ό,τι νομίζει, ό,τι λείπει, παρά να το έχει στο συρτάρι και να το συμπληρώνει. Ετσι δε θα έβγαινε ποτέ. Και ομολογώ ότι ανυπομονώ να το κρατήσω στα χέρια μου και ακόμα περισσότερο να το δω να γίνεται ταινία ή θεατρικό έργο με τη σκηνοθετική ματιά της κόρης μου φυσικά!

    Στοιχεία του ως άνω αφιερώματος, παραχώρησε στο Art & Art Magazine η επιστημονική συνεργάτιδά μας – δημοσιογράφος του “Εθνικού Κήρυκα της Νέας Υόρκης Κατερίνα Πλουμιδάκη.

    Τελευταία άρθρα

    Ρεσιτάλ Πιάνου από τον σπουδαίο νεαρό Πιανίστα Δημήτρη Παπακυριαζή

    Ρεσιτάλ Πιάνου από τον σπουδαίο νεαρό Πιανίστα Δημήτρη Παπακυριαζή

    Μεγάλη επιτυχία η Μουσική Ημερίδα του Ωδείου της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς

    Μεγάλη επιτυχία η Μουσική Ημερίδα του Ωδείου της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς

    Ωδείο Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς: Υποτροφίες “Γεώργιος Τσούκαλης”

    Ωδείο Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς: Υποτροφίες "Γεώργιος Τσούκαλης" Ο διεθνούς φήμης Ιδιωτικός Ερευνητής κος...

    Γιώργος Νταλάρας για Νίκο Αμοργιανό και Art & Art Magazine.

    Γιώργος Νταλάρας για Νίκο Αμοργιανό και Art & Art Magazine. Αγαπητέ Νίκο,
    14,2k Ακόλουθοι
    Ακολουθήστε

    Προτεινόμενα άρθρα

    Αφήστε ένα σχόλιο

    Παρακαλώ αφήστε το σχόλιό σας
    Παρακαλώ προσθέστε εδώ το όνομά σας